The God Forsakes Anthony
When suddenly, at midnight, you hear
an invisible procession going by
with exquisite music, voices,
don't mourn your luck that's failing now,
work gone wrong, your plans
all proving deceptive — don't mourn them uselessly.
As one long prepared, and graced with courage,
say goodbye to her, the Alexandria that is leaving.
Above all, don't fool yourself, don't say
it was a dream, your ears deceived you:
don't degrade yourself with empty hopes like these.
As one long prepared, and graced with courage,
as is right for you who were given this kind of city,
go firmly to the window
And listen with deep emotion, but not
with whining, the pleas of a coward;
listen — your final delectation — to the voices,
to the exquisite music of that strange procession,
and say goodbye to her, to the Alexandria you are losing.
Greek Original:
Απολείπειν ο θεός Αντώνιον
Σαν έξαφνα, ώρα μεσάνυχτ', ακουσθεί
αόρατος θίασος να περνά
με μουσικές εξαίσιες, με φωνές --
την τύχη σου που ενδίδει πια, τα έργα σου
που απέτυχαν, τα σχέδια της ζωής σου
που βγήκαν όλα πλάνες, μη ανοφέλετα θρηνήσεις.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που φεύγει.
Προ πάντων να μη γελασθείς, μην πείς πως ήταν
ένα όνειρο, πως απατήθηκεν η ακοή σου·
μάταιες ελπίδες τέτοιες μην καταδεχθείς.
Σαν έτοιμος από καιρό, σα θαρραλέος,
σαν που ταιριάζει σε που αξιώθηκες μια τέτοια πόλι,
πλησίασε σταθερά προς το παράθυρο,
κι άκουσε με συγκίνησιν, αλλ' όχι
με των δειλών τα παρακάλια και παράπονα,
ως τελευταία απόλαυσι τους ήχους,
τα εξαίσια όργανα του μυστικού θιάσου,
κι αποχαιρέτα την, την Αλεξάνδρεια που χάνεις.
The poem refers to Plutarch's story that, when Antony was besieged in Alexandria by Octavian, he heard the sounds of instruments and voices, which made its way through the city, and then passed out; the god Bacchus (Dionysus), Antony's protector, was deserting him.